Ηρακλειο Τι να δειτε

Μουσεία στο Ν. Ηρακλείου
Aρχαιολογικό Mουσείο Hρακλείου
Χιλιάδες επισκέπτες έρχονται από όλο τον κόσμο να θαυμάσουν τους θησαυρούς του μινωικού πολιτισμού που εκτίθενται στο Aρχαιολογικό Mουσείο Ηρακλείου. Το κτίριο του Μουσείου οικοδομήθηκε το 1937-1940 από τον Σπ. Μαρινάτο και βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της πλατείας Ελευθερίας. Στη θέση του βρισκόταν η καθολική μονή του Αγ. Φραγκίσκου που καταστράφηκε από σεισμό.
Εδώ εκτίθενται ευρήματα από όλα τα ανάκτορα της Mινωικής Περιόδου (Κνωσός, Φαιστός, Μάλια κ.ά.), ειδώλια, αγγεία από τη νεολιθική εποχή, τοιχογραφίες, νομίσματα, γλυπτά κ.ά Η έκθεση φιλοξενείται σε 20 αίθουσες που ακολουθούν χρονολογική σειρά, με αρχή τη νεολιθική περίοδο και, τέλος, τα χρόνια της αρχαιότητας. Από τα πιο εντυπωσιακά εκθέματα είναι οι μοναδικές τοιχογραφίες του Πρίγκιπα, του Κροκοσυλέκτη πίθηκου, των Γαλάζιων κυριών, της Παριζιάνας, των Ταυροκαθαψίων, του ρυτοφόρου, των Γαλάζιων πουλιών. Πολλά είναι και τα δείγματα των Ελληνιστικών – Ρωμαϊκών χρόνων. Γλυπτά, επιτύμβιες στήλες, σαρκοφάγοι, ψηφιδωτά δάπεδα.
Στο Mουσείο εκτίθεται και το περίφημο δαχτυλίδι του Μίνωα, το οποίο βρήκε κάποιος στις αρχές του 20ού αιώνα αλλά παραδόθηκε στο Mουσείο μόλις το καλοκαίρι του 2002 από τους απογόνους του.
Διεύθυνση: Ξανθουδίδου 1, πλατεία Ελευθερίας.
Iστορικό Mουσείο Kρήτης
Εάν θέλετε να σχηματίσετε μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον πολιτισμό της Κρήτης κατά τα μεταχριστιανικά χρόνια, πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφθείτε το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης. Δυτικά του λιμανιού ακολουθώντας τον παραλιακό δρόμο θα το συναντήσετε σε ένα νεοκλασικό σπίτι, πρώην οικία του γνωστού ευεργέτη της πόλης Ανδρέα Καλοκαιρινού.
Θα βρείτε πολύ ενδιαφέρουσες συλλογές από βυζαντινά γλυπτά, εικόνες της Κρητικής Αγιογραφικής Σχολής, νομίσματα, κειμήλια των κρητικών επαναστάσεων, δείγματα λαϊκής τέχνης με μοναδικά υφαντά, ένα χώρο αφιερωμένο στο μεγάλο συγγραφέα Νίκο Καζαντζάκη αλλά και τον Εμμ. Τσουδερό. Ευκαιρία να θαυμάσετε από κοντά τον πίνακα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου «Το τοπίο του Θεοβάδιστου Όρους Σινά», που είναι και ο μοναδικός πίνακας του ζωγράφου στην Κρήτη.
Διεύθυνση: Λυσιμάχου Καλοκαιρινού 7.
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης
Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης προσφέρει στους επισκέπτες του μια μοναδική ευκαιρία πολύπλευρης γνωριμίας με το φυσικό περιβάλλον της Κρήτης και της ιδιαιτερότητές του, έτσι όπως αναδεικνύεται μέσα στον οικολογικά και πολιτιστικά πολύπλοκο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου.
Σε κατάλληλα διαμορφωμένους χώρους 800 περίπου τετ. μέτρων, με ρεαλιστικές αναπαραστάσεις οικοτόπων, συλλογές διαφόρων φυτών και ζώων και άφθονο φωτογραφικό υλικό, ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή με τον φυσικό πλούτο της Κρήτης και της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Στους χώρους με τα απολιθώματα, τα πετρώματα και τα ορυκτά, μπορεί κανείς να γνωρίσει το εντυπωσιακό γεωλογικό παρελθόν της Κρήτης και της Μεσογείου. Τέλος, ο βοτανικός κήπος με ενδημικά φυτά της Κρήτης και της Μεσογείου, η αίθουσα προβολών, αλλά και το αναψυκτήριο στο ισόγειο του Μουσείου, είναι χώροι όπου ο επισκέπτης θα συνδυάσει τη μάθηση με την ψυχαγωγία και την ανάπαυση.
Διεύθυνση: Λεωφόρος Kνωσού 157.
Mουσείο Λυχνοστάτης
Φεύγοντας από τη Χερσόνησο επισκεφθείτε τον Λυχνοστάτη, το μουσείο παραδοσιακής ζωής και λαϊκού πολιτισμού της Κρήτης. Το μουσείο δημιουργήθηκε από τον επίκουρο καθηγητή οφθαλμολογίας και συλλέκτη - λαογράφο Γιώργο Μαρκάκη. Στην κατασκευή του Μουσείου χρησιμοποιήθηκαν μόνο πρωτογενή υλικά (πέτρα - ξύλο - πηλός) και αποφεύχθηκε η χρήση μηχανικών μέσων. Το μουσείο, λόγω των πολλών υπαίθριων χώρων του, είναι επισκέψιμο κατά την περίοδο από 1 Απριλίου έως 31 Οκτωβρίου. Μέσα στο μουσείο υπάρχουν οι εξής χώροι: Αγροτικό σπίτι (Πόρτεγο Κωστή Φραγκούλη), Αστικό Κρητικό σπίτι, Φάμπρικα, δηλαδή παλιό ελαιοτριβείο, Ανεμόμυλος, Eκκλησία, Μιτάτο, Αλώνι, Πατητήρι, Καζάνι για την παρασκευή ρακής, Ξυλοκάμινο, Εργαστήριο υφαντικής και φυτικών βαφών, Εργαστήριο αγγειοπλαστικής, Χώρος επεξεργασίας αρωματικών φυτών και λουλουδιών, Περιβόλι με οπωροφόρα δέντρα της Κρήτης, Κήπος με αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, Κήπος με κάκτους και παχύφυλλα, Υπαίθρια έκθεση ορυκτού πλούτου της Κρήτης. Μόνιμο εκθετήριο Κρητών Λαϊκών Καλλιτεχνών και έργων εμπνευσμένων από τη φύση της Κρήτης, Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων –χωρητικότητας 150 ατόμων– όπου γίνονται σεμινάρια, παρουσιάσεις και οπτικοακουστικές προβολές για την παράδοση και το φυσικό περιβάλλον της Κρήτης και τέλος υπαίθριο θέατρο χωρητικότητας 250 ατόμων όπου διοργανώνονται καλλιτεχνικές εκδηλώσεις.
Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη
Το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη ιδρύθηκε το 1984 από το σκηνογράφο Γιώργο Ανεμογιάννη και στεγάζεται στο πατρικό τού γνωστού συγγραφέα (1885 – 1957. Το εσωτερικό της κατοικίας έχει διαμορφωθεί για να παρουσιάζει τη ζωή και το έργο του συγγραφέα σε οκτώ γλώσσες. Περιλαμβάνει προσωπικά του αντικείμενα, γράμματα, χειρόγραφα, τις πρώτες εκδόσεις των βιβλίων του στα ελληνικά, καθώς και οπτικοακουστικό υλικό σε πέντε γλώσσες για τη ζωή και το έργο του
Μουσείο Κρητικής Εθνολογίας
Το μουσείο ιδρύθηκε από το Πολιτιστικό Σύλλογο Μεσσαράς το 1973. Η έκθεση άρχισε να λειτουργεί το 1988 και το 1992 πήρε ειδική διάκριση του Συμβουλίου της Ευρώπης. Τα εκθέματα του μουσείου προέρχονται από όλη την Κρήτη. Το ερευνητικό κέντρο του ασχολείται με διάφορες ερευνητικές δραστηριότητες στην Κρήτη από το 1980 και λειτουργεί σαν μια συντονιστική μονάδα για τη μελέτη του κρητικού οικοσυστήματος (άνθρωπος και περιβάλλον) καλύπτοντας την περίοδο από το 1000 π.Χ. έως σήμερα.
Ηράκλειο - Βουνά Γιούχτας
Το οικολογικό πάρκο του Γιούχτα στο νομό Ηρακλείου περιλαμβάνει το ίδιο το όρος και τρία φαράγγια: το κνωσανό, το κουναβιανό και το αστρακανό που είναι και το μεγαλύτερο σε μήκος. Η αρχαιολογική διάσταση του Γιούχτα οφείλεται σε σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους που έχουν εντοπισθεί στην περιοχή. Τέσσερα ιερά και ένα μινωικό νεκροταφείο έχουν δώσει σημαντικές πληροφορίες για το μινωικό πολιτισμό. Στα φαράγγια του πάρκου έχουν επίσης εντοπιστεί σημαντικές θέσεις με ιστορική αξία όπως η αρχαία Έλτυνα, ο μινωικός οικισμός Μυρτιάς και το μινωικό νεκροταφείο Αστράκων.
Παράλληλα, εντοπίζονται μνημεία από την πιο πρόσφατη ιστορία όπως η εκκλησία του Αφέντη Χριστού στην κορυφή του Γιούχτα και δυο ενετικές γέφυρες, μια στην Αγία Ειρήνη και μια στο Καρυδάκι. Η οικολογική διάσταση του όρους και της ευρύτερης περιοχής οφείλεται στην αξιόλογη χλωρίδα και πανίδα τους. Η χλωρίδα των φαραγγιών περιλαμβάνει υδρόφιλα είδη όπως πλατάνια, ιτιές και λυγαριές καθώς και πολλά ενδημικά της Ελλάδας ή της Κρήτης. Όσο για την πανίδα της, περιλαμβάνει περισσότερα από 44 είδη πουλιών και 7 είδη θηλαστικών.
Κνωσός
Ιστορικό
To σημαντικότερο κέντρο του Μινωικού Πολιτισμού, η Κνωσός, αναπτύσσεται πάνω στο ύψωμα της Κεφάλας μέσα σε ελιές, αμπέλια και κυπαρίσσια και βρίσκεται 5 χιλ. νοτιοανατολικά του Ηρακλείου. Δίπλα της ρέει ο ποταμός Καίρατος (ο σημερινός Κατσαμπάς). Σύμφωνα με την παράδοση αποτέλεσε την έδρα του βασιλιά Μίνωα και πρωτεύουσα του κράτους του. Με το χώρο του ανακτόρου της Κνωσού συνδέονται οι συναρπαστικοί μύθοι του Λαβύρινθου με τον Μινώταυρο και του Δαίδαλου με τον Ίκαρο. Αναφορές στην Κνωσό, το ανάκτορό της και το Μίνωα γίνονται στον Όμηρο (ο κατάλογος πλοίων της Ιλιάδας αναφέρει ότι η Κρήτη απέστειλε 80 πλοία υπό τις διαταγές του βασιλιά της Κνωσού, Ιδομενέα. Οδύσσεια, τ 178-9), στο Θουκυδίδη (αναφορά στο Μίνωα), στον Ησίοδο και Ηρόδοτο, στο Βακχυλίδη και Πίνδαρο, στον Πλούταρχο και Διόδωρο το Σικελιώτη. Η περίοδος ακμής της πόλης ανάγεται στη μινωική εποχή (2000 - 1350 π.Χ.) κατά την οποία αποτελεί το βασικότερο και πολυπληθέστερο κέντρο της Κρήτης. Και σε μεταγενέστερες περιόδους διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και αναπτύσσεται ιδιαίτερα, όπως στην ελληνιστική εποχή.
Η πόλη της Kνωσού κατοικήθηκε συνεχώς από τα τέλη της 7ης χιλιετίας έως και τα ρωμαϊκά χρόνια. Η νεολιθική εποχή χαρακτηρίζεται από το στάδιο της τεχνολογικά εξελιγμένης αγροτικής ζωής (λίθινα εργαλεία και υφαντικά βαρίδια). Οι κάτοικοι από τροφοσυλλέκτες γίνονται οι ίδιοι παραγωγοί (γεωργοί και κτηνοτρόφοι) και παρατηρείται η τάση για μια πιο συστηματική και μόνιμη εγκατάσταση. Οι οικιστικές φάσεις στην Κνωσό διαδέχονται η μια την άλλη, ενώ ο πληθυσμός του οικισμού στα τέλη της Ύστερης Νεολιθικής Εποχής υπολογίζεται σε 1.000 - 2.000 κατοίκους.
Στην Εποχή του Χαλκού, η οποία χαρακτηρίζεται από την κατεργασία του χαλκού, συνεχίζεται πιθανόν η ανάπτυξη του οικισμού. Ωστόσο, κατά τις εργασίες που έγιναν για την κατασκευή του ανακτόρου καταστράφηκαν πολλά παλιότερα κτίσματα. Ο οικισμός, πλέον, αναφέρεται ως Ko-no-so στα κείμενα της Γραμμικής Γραφής Β΄ του 14ου αι. π.X. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η κατοίκηση με τα πρώτα (19ος-17ος αι. π.X.), δεύτερα ανάκτορα (16ος-14ος αι. π.X.) και τις πολυτελείς οικίες, τον ξενώνα και τα μινωικά έργα υποδομής. Τα ανάκτορα κτίζονται σε θέσεις που ελέγχουν πεδιάδες και προσβάσεις από τη θάλασσα, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται και σημαντικοί οικισμοί γύρω από αυτά. Πόλεις και ανάκτορα μένουν ωστόσο ατείχιστα, επιβεβαιώνοντας τη λεγόμενη pax minoica. Γύρω στο 1700 π.Χ. πιθανόν ένας μεγάλος σεισμός καταστρέφει την Κνωσό και οδηγεί σε εργασίες μεγάλης κλίμακας στην πόλη και στο ανάκτορο. Η πόλη της Κνωσού αναπτύχθηκε σε μεγάλη έκταση και ο πληθυσμός της υπολογίστηκε από τον Evans γύρω στους 80.000 κατοίκους.
Το 1450 π.Χ., μετά από μερική καταστροφή της Κνωσού, εγκαθίστανται στην πόλη Μυκηναίοι, χωρίς όμως να ξανακτίσουν τα ανάκτορα. Από τις επόμενες περιόδους σώζονται λίγα λείψανα, τα περισσότερα από τα οποία είναι τάφοι και ένας μικρός κλασικός ναός στην περιοχή του ανακτόρου. Μεγάλη άνθιση γνώρισε η πόλη κατά την ελληνιστική περίοδο (ιερό Γλαύκου, ιερό Δήμητρας, λαξευτοί τάφοι, χρήση βόρειου νεκροταφείου, οχυρωματικοί πύργοι). Το 67 π.X. ο Quintus Caecilius Metellus Creticus κατέλαβε την Κνωσό και ίδρυσε ρωμαϊκή αποικία με το όνομα Colonia Julia Nobilis. Στην περίοδο αυτή ανήκει η ''έπαυλη του Διονύσου'' με τα θαυμάσια ψηφιδωτά.
Στη βυζαντινή εποχή η Κνωσός αποτέλεσε έδρα επισκόπου, ενώ διατηρούνται ακόμη τα λείψανα βασιλικής του 6ου αι. μ.Χ. Μετά την αραβική κατάκτηση της Κρήτης, το λιμάνι του Ηρακλείου αρχίζει να αποκτά μεγαλύτερη σπουδαιότητα, ενώ η Κνωσός αρχίζει να ξεχνιέται σιγά-σιγά. Ένας μικρός οικισμός κτίστηκε πάνω στα ρωμαϊκά ερείπια και αναφέρεται σαν ''Μακρύτοιχος'', παίρνοντας το όνομα του από ένα μακρύ τοίχο, λείψανο της ρωμαϊκής Κνωσού.
Η Κνωσός εντοπίστηκε το 1878 από το Mίνωα Kαλοκαιρινό. Ο A. Evans άρχισε συστηματικές ανασκαφές το 1900, οι οποίες συνεχίστηκαν έως το 1931 με την ανακάλυψη του ανακτόρου, μεγάλου τμήματος της μινωικής πόλης και των νεκροταφείων. Έκτοτε συνεχίζονται οι ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή της Kνωσού από την Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή και την ΚΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Περιγραφή
Τα αρχαία λείψανα της Κνωσού που εκτείνονται διάσπαρτα στην περιοχή της μαρτυρούν τη σπουδαιότητα του χώρου. Τα συγκροτήματα μνημείων που διατηρούνται σήμερα ανάγονται χρονολογικά στη νεοανακτορική περίοδο στην οποία ανήκει το δεύτερο ανάκτορο (1700 - 1450 π.Χ.) και διάφορα άλλα κτηριακά συγκροτήματα . Εκτός των λειψάνων της μινωικής εποχής σώζονται και ορισμένα μνημεία μεταγενέστερων εποχών αλλά και νεκροταφεία διαφόρων περιόδων, τα οποία αποδεικνύουν μια συνεχή κατοίκηση στην περιοχή της Κνωσού. Πρόκειται για ένα σημαντικό αρχαιολογικό χώρο διαμονής. Πέρα από το συγκρότημα του μινωικού ανακτόρου μπορεί σήμερα ο επισκέπτης να δει ιδιωτικές οικίες με πλούσιο εσωτερικό τοιχογραφημένο διάκοσμο, ορισμένα δημόσια κτήρια, αλλά και κάποια θρησκευτικά κέντρα. Από τη ρωμαϊκή εποχή σώζεται ιδιωτική ρωμαϊκή περίστυλη οικία με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα.
Ο νεολιθικός οικισμός βρέθηκε κάτω από την κεντρική αυλή του ανακτόρου και σε βάθος 7 μ., γεγονός που οφείλεται σε διαδοχικές εγκαταστάσεις (10 οικοδομικά στρώματα). Ο πρώτος οικισμός είχε ημιμόνιμο χαρακτήρα εγκατάστασης, ενώ σταδιακά αποκτά μόνιμο χαρακτήρα, καθώς τα σπίτια διαθέτουν λίθινη κρηπίδα και ανωδομή από πηλό. Ο οικισμός κατείχε πιθανόν έκταση τόση, όση και το μινωικό ανάκτορο. Ο οικισμός της προανακτορικής εποχής δε διατηρήθηκε σχεδόν καθόλου, καθώς καταστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος του από την κατασκευή του ανακτόρου.
Στην πρώτη περίοδο της Εποχής του Χαλκού με την εμφάνιση και επεξεργασία του μετάλλου του χαλκού παρατηρείται μια σταδιακή εξέλιξη και ανάπτυξη. Η οικονομική και πολιτική εξέλιξη οδηγεί γύρω στο 2000 π.Χ. στην ίδρυση του πρώτου ανακτόρου. Γύρω από την κεντρική αυλή αναπτύσσονται τέσσερις πτέρυγες με τα βασιλικά διαμερίσματα, εργαστήρια, ιερά, αποθήκες, θησαυροφυλάκια, την αίθουσα θρόνου και τις αίθουσες συμποσίων.
Σημαντικά στοιχεία της ραγδαίας ανάπτυξης δίνουν και τα υπόλοιπα κτηριακά συγκροτήματα της εποχής. Το "Μικρό Ανάκτορο" (17ος - 15ος αι. π.X.) βρίσκεται δυτικά του κυρίως ανακτόρου και έχει όλα τα ανακτορικά αρχιτεκτονικά στοιχεία (ξεστή τοιχοδομία, χώρους υποδοχής, περίστυλη αίθουσα, διπλό μέγαρο με πολύθυρα και δεξαμενή καθαρμών-ιερό). Η "Βασιλική Έπαυλη" (14ος αι. π.X.) βρίσκεται βορειοανατολικά του ανακτόρου. Παρουσιάζει έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα και ίσως πρόκειται για κατοικία επιφανούς μέλους της αριστοκρατίας ή του ιεραρχείου. Χαρακτηριστικά στοιχεία της έπαυλης είναι τα πολύθυρα, η υπόστυλη κρύπτη με πεσσό και το διπλό κλιμακοστάσιο. Η "Οικία των Τοιχογραφιών" (15ος, 14ος - 12ος αιώνας π.X.) βρίσκεται βορειοδυτικά του Ανακτόρου. Πρόκειται για μικρού μεγέθους οικία αστικού τύπου με πλούσιο εσωτερικό τοιχογραφημένο διάκοσμο. Το "Καραβάν Σεράι" (Ξενώνας) βρίσκεται νότια του ανακτόρου και θεωρήθηκε χώρος υποδοχής και διαμονής επισκεπτών με αίθουσα που περιείχε τοιχογραφίες και λουτρό. Η "Ανεξερεύνητη Οικία" (14ος - 12ος αι. π.X.) βρίσκεται βορειοδυτικά του ανακτόρου και έχει ιδιωτικό-βιοτεχνικό χαρακτήρα. Ο "Βασιλικός Τάφος-Ιερό" βρίσκεται 600 μ. περίπου νότια του ανακτόρου. Φαίνεται ότι εδώ είχε ταφεί κάποιος από τους τελευταίους βασιλιάδες της Kνωσού (17ος - 14ος αι. π.X.). Χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία είναι η είσοδος με αυλή, στοά και ένα μικρό προθάλαμο και υπόστυλη κρύπτη με δύο πεσσούς. Η "Οικία του Αρχιερέα" βρίσκεται 300 μ. νότια του Καραβάν-Σεράι. Εδώ βρέθηκε πέτρινος βωμός με δύο κίονες, τον οποίο πλαισίωναν βάσεις διπλών πελέκεων. Η "Νότια Οικία" (17ος - 15ος αι. π.X.) βρίσκεται νότια του ανακτόρου και πρόκειται για ιδιωτική αστική οικία, τριώροφη με δεξαμενή καθαρμών και υπόστυλη κρύπτη. Από τις μεταγενέστερες εποχές χαρακτηριστικό δείγμα μνημείου αποτελεί η "Έπαυλη του Διονύσου" (2ος αι. μ.X.), ιδιωτική ρωμαϊκή περίστυλη οικία με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα του ψηφοθέτου Aπολλιναρίου, που εικονίζουν το Διόνυσο.
Φαιστός
Τα ερείπια της πόλης της Φαιστού βρίσκονται σε έναν λόφο δυτικά από τις Μοίρες στο δρόμο για το Τυμπάκι. Το παλαιότερο ανάκτορο της Φαιστού (1900 – 1700 π.Χ.) χτίστηκε πάνω σε επιχώσεις της Nεολιθικής και της Πρωτομινωικής περιόδου (3000 – 2000 π.Χ.). Το παλαιό αυτό ανάκτορο, στο οποίο αναγνωρίζονται τα βασικά χαρακτηριστικά της μινωικής αρχιτεκτονικής (πλακόστρωτες αυλές, πολύθυρα, φροντισμένες προσόψεις, φωταγωγοί κ.ά.), έχει καταστραφεί και επισκευαστεί δύο φορές. Yστερα από μια νέα καταστροφή γύρω στο 1700 π.Χ. τα ερείπιά του ισοπεδώθηκαν και πάνω τους χτίστηκε το νεότερο ανάκτορο, που η ζωή του διαρκεί περίπου έως το 1450 π.Χ.
Στη δυτική πτέρυγα ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεγάλη αίθουσα. Πρόκειται για υπόστυλη αίθουσα με ορθομαρμαρώσεις και τριπλό πυλώνα προς την κεντρική αυλή, με λατρευτική ίσως χρήση. Στην ίδια πτέρυγα υπάρχουν και άλλα δωμάτια που σχετίζονται με τη λατρεία.
Η κεντρική αυλή διατηρεί την πλακόστρωσή της που χρονολογείται στην Παλαιοανακτορική περίοδο (1900-1700 π.Χ.).
Από την ανατολική πτέρυγα διατηρείται μικρό μόνο τμήμα που περιλαμβάνει αίθουσα με φωταγωγούς και δεξαμενές καθαρμών. Στη βόρεια πτέρυγα βρίσκονται τα«βασιλικά διαμερίσματα». Την ιερότητα και επισημότητα των διαμερισμάτων αυτών υπογραμμίζουν ο εξωτερικός προς την κεντρική αυλή τοίχος που είναι σπαστός με προεξοχές και εσοχές σε συμμετρική διάταξη ως προς την πλαισιωμένη με ημικίονες κεντρική είσοδο, καθώς και ο βαθμιδωτός βωμός που βρίσκεται στη γωνία ανάμεσα στη βόρεια και στη δυτική πτέρυγα. Μακρύς διάδρομος και εσωτερικές αυλές δίνουν πρόσβαση σε συγκρότημα δωματίων και σε μια μεγαλύτερη αυλή με κεραμικό καμίνι στο κέντρο.
Υπόστυλη «αίθουσα συμποσίων» ίσως υπήρχε σε όροφο με θέα προς την κεντρική αυλή. Το υπόλοιπο της πτέρυγας καταλαμβάνουν τα επίσημα διαμερίσματα. Διακρίνονται δύο αίθουσες με πολυτελή κατασκευή (αλαβάστρινες επενδύσεις τοίχων, πλάκες δαπέδου, τοιχογραφικό διάκοσμο), που πλαισιώνονται από φωταγωγούς, εξώστες και μια μεγάλη περίστυλη αυλή. Εκτός από το ανάκτορο, συγκροτήματα κατοικιών και ένας ναός της αρχαϊκής περιόδου, ίσως της Ρέας, έχουν ανασκαφεί προς Β.Α. και Ν.Δ. του χώρου. Ευρήματα από το ανάκτορο εκτίθενται στο Μουσείο Ηρακλείου, όπως ο ξακουστός δίσκος της Φαιστού, η μεγάλη συλλογή καμαραϊκών αγγείων με ποικιλία πολύχρωμων διακοσμήσεων και πολλά άλλα.
Γόρτυνα
Τα ερείπια της μεγάλης αρχαίας πόλης Γόρτυνας, με την ακρόπολη και τις νεκροπόλεις της, βρίσκονται 46 χλμ. νότια της πόλης του Ηρακλείου, στην πεδιάδα της Μεσαράς και σε έκταση 4.000 στρεμμάτων.
Το 67μ.χ. και για τα επόμενα χίλια χρόνια υπήρξε η πρωτεύουσα της Κρήτης, ενώ εδώ στα 470 μ.χ. κόπηκαν τα πρώτα αργυρά κρητικά νομίσματα. Εδώ υπήρξαν τρεις οχυρώσεις, τρείς μεγάλες αγορές, δύο υδραγωγεία, πέντε θέατρα, ένα στάδιο, πέντε ιερά και ναοί, εννέα κτίρια χριστιανικής λατρείας, υπόγεια μαυσωλεία κ.ά.
Ο επιβλητικός Ναός του Αγίου Τίτου είναι ένα εντυπωσιακό εκκλησιαστικό μνημείο που δεσπόζει στη Γόρτυνα και είναι το πρώτο κτίριο που θα τραβήξει την προσοχή σας. Η αρχιτεκτονική του, είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και η οικοδόμησή του με πελεκητούς πωρόλιθους είναι εντυπωσιακές. Ανατολικά, βρίσκεται η γλυπτοθήκη με εκθέματα από αντίγραφα αγαλμάτων και επιγραφών ρωμαϊκών χρόνων. Το Αρχαίο Θέατρο της πόλης είναι έξω από τον περιφραγμένο χώρο, απέναντι από το Ωδείο και χρονολογείται στον 10ο αι. Βορειοδυτικά της Αγοράς βρίσκεται η Ακρόπολη της Γόρτυνας όπου βρέθηκαν σπουδαία πήλινα ειδώλια (τριάδα γυμνών γυναικείων θεοτήτων, δίδυμες μορφές, ειδώλιο της θεάς Αθηνάς κ.ά).
Στην περιήγησή σας θα συναντήσετε επίσης το Ωδείο, οικοδόμημα που χρησιμοποιούσαν για παραστάσεις και είναι σήμερα αρκετά καλοδιατηρημένο.
Μοναδική και ιδιαίτερα εντυπωσιακή είναι η μεγάλη επιγραφή που γράφει τον αρχαιότερο ευρωπαϊκό κώδικα νόμων. Είναι γραμμένος με τη βουστροφηδόν γραφή δηλαδή με ανάγνωση από δεξιά προς αριστερά και αρχαϊκή γραφή και χρονολογείται στον 6ο με 7ο αι. Έχει χαρακτηριστεί από τους ειδικούς επιγραφολόγους ως η βασίλισσα όλων των επιγραφών. Τμήματα της επιγραφής φιλοξενούνται στο Μουσείο του Λούβρου.
Θέματα τα οποία ορίζει η επιγραφή είναι αυτά του οικογενειακού και κληρονομικού δίκαιου, ζητήματα πωλήσεων, υποθήκευσης και χρεών, βιασμών, αποπλάνησης και μοιχείας.
Εντός της περίφραξης του αρχαιολογικού χώρου θα συναντήσετε και τον περίφημο αειθαλή πλάτανο ο οποίος διατηρεί τα φύλλα του και το χειμώνα και είναι ξεχωριστό υποείδος από το γνωστό μας πλάτανο.
Στη γύρω περιοχή υπάρχουν εξαίρετα δείγματα της εποχής της κυριαρχίας της Γόρτυνας.
Κοντά στη Γεωργική Σχολή βρίσκεται η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου όπου έχει βρεθεί ένας θολωτός γεωμετρικός τάφος που χρονολογείται στα τέλη του 9ου αι. π.Χ. και περιείχε πλήθος από αγγεία, πιθάρια και τεφροδόχους αμφορείς.
Το Πραιτώριο ήταν το μεγαλύτερο οικοδόμημα μεγέθους 1.000 τ.μ. και ήταν η κατοικία των αξιωματούχων καθώς και του διοικητή της Κρήτης. Κολόνες διάσπαρτες ανάμεσα σε εντυπωσιακές ελιές αλλά και η πλακόστρωτη αυλή μαρτυρούν το μέγεθός του. Άλλο μεγάλο μνημείο της Γόρτυνας είναι ο Ναός του Πυθίου Απόλλωνα και βρίσκεται στο κέντρο της αρχαίας πόλης. Ανακατασκευάστηκε στα ρωμαϊκά χρόνια μαζί με ένα μικρό θέατρο του οποίου ελάχιστα κομμάτια έχουν βρεθεί. Εδώ βρίσκεται και το μοναδικό ιερό στην Κρήτη που είναι αφιερωμένο σε αιγυπτιακές θεότητες, την Ίσιδα, Σέραπη και Ερμή Άνουβη, που λατρεύονταν στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια.
Μοναστήρια στο Ν. Ηρακλείου
Η Μονή Παλιανής βρίσκεται 20 χλμ. από το Ηράκλειο. Είναι από τα αρχαιότερα μοναστήρια της Κρήτης και μάλιστα της A’ βυζαντινής περιόδου. Αναφέρεται ήδη από το 668 μ.Χ. με το όνομα Παλαιά. Αρχικά ήταν σταυροπηγιακή και ανήκε στο Πατριαρχείο της Πόλης αλλά το 1304 κατέλαβε τη μονή ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος της Κρήτης μάλλον επειδή είχε μεγάλη περιουσία. H Mονή κάηκε από τους Tούρκους το 1821 και το 1866. Σύμφωνα με προφορική παράδοση, το εικόνισμα της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας βρέθηκε στη ρίζα μιας μεγάλης μυρτιάς που βρίσκεται στη νοτιοανατολική άκρη του ναού. Στις 24 Σεπτεμβρίου, γιορτή της Μυρτιδιώτισσας γίνεται πανηγύρι το οποίο δεν πρέπει να χάσετε αν είστε στην περιοχή.
Η Μονή Αγίου Γεωργίου Γοργολαήνη, βρίσκεται σε απόσταση περίπου 1 χλμ. δυτικά από το χωριό Κάτω Ασίτες και απέχει από το Ηράκλειο 22 χλμ. Η ακριβής χρονολογία ανέγερσης παραμένει άγνωστη, εικάζεται όμως ότι κτίστηκε προς το τέλος της Ενετοκρατίας στην Κρήτη, καθώς στον περίβολο του μοναστηριού υπάρχει ένα βενετσιάνικο λιοντάρι και η επιγραφή MDCXVII δηλαδή 1617. Επί Τουρκοκρατίας, η μονή καταστράφηκε τρεις φορές, ως αντίποινα για τον ρόλο της στις εξεγέρσεις κατά του οθωμανικού ζυγού, και ξανακτίστηκε ισάριθμες φορές. Η δίκλιτη εκκλησία της μονής είναι αφιερωμένη στους Αγίους Γεώργιο Γοργοελεήμονα και Νικόλαο. Τέλος, στην αυλή της Mονής υπάρχει ο τάφος του αγωνιστή Φραγκιού Μαστραχά, ο οποίος σκοτώθηκε εδώ κατά την εξέγερση του 1866.
Η Μονή Οδηγήτριας απεχει από το Ηράκλειο 65 χλμ. μετά την κοιλάδα της Μεσσαράς στη δυτική πλευρά της οροσειράς των Αστερουσίων. Είναι σταυροπηγιακή με σημαντικές εικόνες και ιερά άμφια. Εδώ πήραν τη μοναχική κουρά το έτος 1862 οι όσιοι πατέρες Παρθένιος και Ευμένιος οι οποίοι ανοικοδόμησαν και τη Μονή Κουδουμά.
Η Μονή Κεράς ή Καρδιώτισσας απέχει 50 χλμ. από το Ηράκλειο. Είναι σταυροπηγιακή και αναφέρεται ήδη σε αρχεία του 1333. Στην Καρδιώτισσα υπήρχε εικόνα της Παναγίας θαυματουργή, για την οποία αναφέρει το 1415 ο Φλωρεντίνος κληρικός Χριστόφορος Μπουοντελμόντι: «Φθάσαμε στην Παναγία την Καρδιώτισσα που άπειρα θαύματα μοιράζει στους πιστούς».
Όμως αυτή η εικόνα κλάπηκε το 1498 και κατέληξε στον ναό του Αγίου Αλφόνσου στη Ρώμη. Αυτή που υπάρχει σήμερα στη Mονή και θεωρείται το ίδιο θαυματουργή είναι έργο του 1735.
Η ανδρική Μονή Αγκαράθου είναι κτισμένη σε πετρώδες ύψωμα, πιθανότατα στην τοποθεσία παλαιότερης μονής, ανάμεσα στα χωριά Σγουροκεφάλι και Σαμπάς, σε απόσταση 23 χλμ. νοτιοανατολικά του Hρακλείου. Χρονολογείται από τον 15ο αιώνα, εποχή κατά την οποία ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας Καλλέργη, ενώ από τα μέσα του 16ου αιώνα η εκτέλεση οχυρωματικών έργων τής δίνει μορφή φρουρίου, στοιχεία της οποίας σώζονται μέχρι σήμερα.
Το όνομα της μονής λέγεται ότι προέρχεται από την αγκαραθιά, συνηθισμένο θάμνο της κρητικής υπαίθρου, καθώς σύμφωνα με την παράδοση η εικόνα της Παναγίας, στην οποία είναι αφιερωμένος ο ναός της μονής, βρέθηκε στο σημείο αυτό κάτω από μια αγκαραθιά. Η Μονή Αγκαράθου υπήρξε σημαντικό πνευματικό κέντρο της Κρήτης κατά την Ενετοκρατία. Εκεί φοίτησαν επιστήμονες της εποχής, ενώ έγγραφα του 1559, που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο Ιστορίας, αποδεικνύουν ότι η μονή διέθετε σημαντικότατη βιβλιοθήκη. Υπήρξε σχολείο των Πατριαρχών Κυρίλλου Λουκάρη και Μελετίου Πηγά. Στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, έπεσε σε παρακμή, καθώς οι Τούρκοι επέβαλαν βαριά φορολογία και απαγόρευσαν κάθε έργο για την επισκευή της.
Την εποχή αυτή τα σημαντικότερα κειμήλια της μονής, καθώς και η εικόνα της Παναγίας φυγαδεύτηκαν στα Κύθηρα, από όπου κατάγονταν διάφοροι ηγούμενοι και πολλοί μοναχοί της Αγκαράθου. Εκεί παρέμειναν μέχρι το 1970, όταν οι αρχές των Κυθήρων παρέδωσαν στη μονή όσα από τα κειμήλιά της είχαν διασωθεί, μεταξύ των οποίων και την εικόνα που είχε ονομαστεί Παναγία Ορφανή όσο παρέμενε μακριά από το μοναστήρι. Σήμερα, η εικόνα κοσμεί το ιερό του ναού που είναι αφιερωμένος σε αυτήν.
Παραλίες Ν. Ηρακλείου
Οι παραλίες της βόρειας πλευράς του νομού είναι και οι πιο πολυσύχναστες αφού εδώ χτυπάει η καρδιά της τουριστικής βιομηχανίας σχεδόν όλου του νησιού. Οι πιο γνωστές παραλίες είναι η Αμνισός, οι Γούβες, η Ανάληψη Χερσονήσου, η Χερσόνησος, τα Μάλια, τα Λινοπεράματα, που είναι και η πιο κοντινή παραλία από την πόλη του Ηρακλείου, η Αγία Πελαγία και η διπλανή παραλία της Λυγαριάς. Τα νότια παράλια μπορεί να μην είναι τόσο οργανωμένα, έχουν όμως λιγότερο κόσμο και ασκούν μια ιδιαίτερη γοητεία. Οι πιο γνωστές παραλίες είναι ο Κομμός, τα Μάταλα, και ο Λέντας ενώ εξαιρετικές είναι ακόμα οι παραλίες στους Καλούς Λιμένες και στην Αγία Γαλήνη. Στις παραλίες η ποικιλία είναι ατελείωτη: Θαλάσσιο σκι, σέρφινγκ, jet ski, συρόμενο αλεξίπτωτο και καταδύσεις, είναι μόνο λίγες, από τις δραστηριότητες που μπορείτε να κάνετε. Για τον κλασικό αθλητισμό θα πρέπει να στραφείτε στις υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις των μεγάλων ξενοδοχειακών συγκροτημάτων.
Επίσης, λειτουργούν τέσσερα Water park: το Aqua splash, κοντά στη Xερσόνησο στον δρόμο προς το οροπέδιο Λασιθίου, που είναι το παλαιότερο και το πιο γνωστό, το Star golden beach που βρίσκεται στη Χερσόνησο και δίνει εκτός των άλλων τη δυνατότητα να κάνετε bungee jumping από ύψος τριάντα μέτρων, το Bravo που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα έξω από το Ηράκλειο στην παραλία της Αμμουδάρας και στην Aνώπολη το water sity park, περίπου δεκαπέντε χιλιόμετρα ανατολικά του Ηρακλείου στον παλιό δρόμο για τον Άγιο Νικόλαο.
Επίσης μπορείτε να επισκεφθείτε το ιππικό κέντρο το οποίο βρίσκεται στο χωριό Πιτσίδια, 4,5χλμ. ΒΑ από τα Μάταλα. Οι επισκέπτες μπορούν να κάνουν εκδρομές με άλογα στις γύρω παραλίες και περιοχές (Μάταλα, κοιλάδα Μεσσαράς, Αγιοφάραγγο, παραλία Κομμού και αλλού). Παραδίδονται μαθήματα σε αρχάριους αναβάτες, καθώς και προγράμματα για παιδιά με άλογα πόνι.
Ηράκλειο - Παραδοσιακή κουζίνα
Κάθε γωνιά του νομού Ηρακλείου, κάθε σπίτι, κάθε συνεταιρισμός κρύβουν μέσα τους γεύσεις μοναδικές που ικανοποιούν και τους πιο απαιτητικούς. Οι κάτοικοι του νομού, άλλωστε, γνωρίζουν πόσο μεγάλη αξία έχουν για όλους τα αγνά, σπιτικά προϊόντα και τα φτιάχνουν με όλο το μεράκι και τη γνώση που περνά από γενιά σε γενιά. Σε πολλά μέρη του νομού λειτουργούν τοπικοί συνεταιρισμοί εδώ και δεκαετίες, όπως η ένωση γεωργικών συνεταιρισμών Πεζών ή ο Αγροτεχνικός και οικοτεχνικός συνεταιρισμός «Κρουσιώτισσα». Όλοι οι συνεταιρισμοί διασφαλίζουν την καλή ποιότητα των προϊόντων και φροντίζουν να σας τα διοχετεύουν αγνά.
Έτσι, στο νομό Ηρακλείου μπορείτε να απολαύσετε εκλεκτό λάδι κι εξαιρετικό κρασί, καθώς και ρακή που παράγεται εδώ. Μπορείτε ακόμα να δοκιμάσετε καλιτσούνια, λαδοκούλουρα, αμυγδαλωτά, σαμψάδες, αλλά και γλυκά του κουταλιού από τα φρούτα της περιοχής, με κορυφαίο, φυσικά, το σταφύλι! Άγρια αγκινάρα, μέλι και ελιές πρέπει οπωσδήποτε να μπουν στο μενού των επιλογών σας ενώ, φυσικά, δεν πρέπει να παραλείψετε να γευτείτε την υπέροχη κριτική κριθαροκουλούρα είτε σκέτη είτε πάνω σε έναν κριθαρένιο ντάκο.